- στρωσιγενή πετρώματα
- Πετρώματα τα οποία έχουν σχηματιστεί από ιζήματα με μορφή στρώσεων διαταγμένων σε στρώματα. Η ιδιότητα αυτή των πετρωμάτων ονομάζεται διάστρωση ή στρωματογένεια. Μία ομάδα στρώσεων που περιλαμβάνει υλικό της ίδιας ορυκτολογικής φύσης, σχηματίζει ένα στρώμα. Βασικό χαρακτηριστικό των περισσότερων σ.π. είναι το στρογγυλεμένο σχήμα των κομματιών από τα οποία αποτελούνται. Τα σ. ή ιζηματογενή πετρώματα διακρίνονται σε τέσσερις κατηγορίες: μηχανικά ή κλασικά, οργανικά, ηφαιστειακά και χημικά. Κάθε στρώμα του σ.π. αντιστοιχεί σ’ ένα ορισμένο χρονικό διάστημα, στη διάρκεια του οποίου έγινε η απόθεσή του, και αποτελούσε κάποτε την επιφάνεια της λιθόσφαιρας. Η διαδοχική απόθεση στρωμάτων δίνει αφορμή στο σχηματισμό ενός συστήματος στρωμάτων, στο οποίο κάθε στρώμα είναι νεώτερο από εκείνο που βρίσκεται από κάτω και παλιότερο από εκείνο που βρίσκεται από πάνω. Τα σ.π. είναι παλιότερα από τα κρυσταλλοσχιστώδη και τις περισσότερες φορές από τα πυριγενή ή μαγματογενή.
Dictionary of Greek. 2013.